Δημοσιευστε στο Blog

Σχολιάστε όπως εσείς κρίνετε τις αναρτήσεις μας κάνοντας κλικ στην επιλογή "σχόλια" κάτω από κάθε ανάρτηση ή στείλτε το άρθρο σας στο email: giangais@aol.com

Πέμπτη 7 Ιουνίου 2012

Η εκδίωξη της Ελλάδας δεν θα φέρει την κάθαρση

  • The New York Times
  • By Simon Tilford*
Η διαφθορά του ελληνικού πολιτικού συστήματος καθιστά κατανοητή τη δυσκολία για τις άλλες χώρες να κάνουν παραχωρήσεις στους Έλληνες ή να αισθάνονται εμπιστοσύνη προς αυτούς για τη χρήση του κοινού νομίσματος. Οι μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για να σωθεί το ευρώ προϋποθέτουν μεγάλο βαθμό αλληλεγγύης, κάτι που θα είναι δύσκολο με την Ελλάδα να συνεχίζει να παραμένει εντός της νομισματικής ένωσης.

Ο τρόπος που η Ευρωζώνη χειρίζεται την Ελλάδα θα καθορίσει κατά πόσον θα επιβιώσει το ενιαίο νόμισμα - και συνεπώς και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο σύνολό της. Εάν μία ελληνική έξοδος από τη ζώνη του ευρώ γίνει με εσφαλμένους χειρισμούς, τότε η μετάδοση της μόλυνσης στα άλλα αγωνιζόμενα κράτη-μέλη μπορεί να είναι ανεξέλεγκτη, οδηγώντας μοιραία στην κατάρρευση του ευρώ.

Ωστόσο, εάν η ελληνική εξόδος συνοδευτεί από μεγάλες θεσμικές μεταρρυθμίσεις, η νομισματική Ένωση θα μπορούσε να σωθεί. Πράγματι, η ελληνική αποχώρηση θα ήταν θετική για την Ευρωζώνη, αν απελευθέρωνε τον πολιτικό χώρο που απαιτείται ώστε οι γερμανικές αρχές να αγκαλιάσουν τις μεταρρυθμίσεις αυτές.

Ορισμένοι πολιτικοί ιθύνοντες πιστεύουν ότι μια ελληνική εξόδος θα ήταν ευεργετική - ότι αυτό θα αποδείκνυε, σε άλλες παραπαίουσες οικονομίες της ζώνης, τους κινδύνους που απορρέουν από την απομάκρυνση από τους δημοσιονομικούς τους στόχους ή από τους όρους για τα προγράμματα διάσωσης. Ο κίνδυνος μετάδοσης της μόλυνσης θα ήταν περιορισμένος, καθώς οι κυβερνήσεις δεν θα είχαν καμία επιλογή παρά να στρωθούν στη δουλειά, κάτι που θα καθησύχαζε τους επενδυτές σχετικά με τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών τους. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, η απόρριψη της Ελλάδας θα απέτρεπε την ανάγκη για μεγάλες θεσμικές μεταρρυθμίσεις της Νομισματικής Ένωσης, όπως η αμοιβαιότητα του χρέους ή η πανευρωπαϊκή τραπεζική προστασία.

Υπάρχουν ορισμένα προβλήματα με αυτή τη γραμμή συλλογιστικής. Πρώτον, υποθέτει ότι Ελλάδα και άλλα μέλη της ζώνης του ευρώ που πλήττονται σκληρά, θα μπορούσαν να εκπληρώσουν τους δημοσιονομικούς τους στόχους, μόνον εάν προσπαθούσαν σκληρά να το πράξουν. Ως εκ τούτου, έχουμε ένα παράδειγμα ατελούς λογικής, που είναι υπεύθυνη για την κρίση που έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο.
Δε φαίνεται να ταιριάζει

Η υπόθεση είναι ότι εάν οι Έλληνες θέλουν να παραμείνουν στη νομισματική Ένωση, γνωρίζουν τι πρέπει να κάνουν: αυστηρότερη δημοσιονομική πολιτική, όσο συχνά απαιτείται, και να εφαρμόσουν τις συμφωνηθείσες οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Η Ελλάδα, βεβαίως, διοικείται πολύ άσχημα. Αλλά η υπόθεση αυτή εξακολουθεί να είναι παραπλανητική, επειδή η έκταση της δημοσιονομικής λιτότητας, που οφείλουν να ακολουθούν οι Έλληνες, υπήρξε ηττοπαθής, ωθώντας την οικονομία σε βαθιά ύφεση και προκαλώντας δραματική αύξηση του δημόσιου χρέους.


Το δεύτερο πρόβλημα είναι ότι η ανάλυση αυτή υποτιμά τον κίνδυνο μετάδοσης της μόλυνσης που προκαλεί μία ελληνική έξοδος. Η ελληνική κρίση έχει ήδη οδηγήσει σε απότομη άνοδο του κόστους δανεισμού στις ασθενέστερες οικονομίες της ζώνης του ευρώ και προκάλεσε μια πρόσθετη απώλεια της εμπιστοσύνης των επενδυτών στις τράπεζες τους.

Οι λόγοι είναι προφανείς: από τη στιγμή που καθίσταται σαφές ότι η ένταξη στη ζώνη του ευρώ δεν είναι δεδομένη για πάντα, οι κίνδυνοι δανεισμού σε άλλα κράτη μέλη (ή στις τράπεζές τους), που αντιμετωπίζουν οικονομική στασιμότητα και δεν επιτυγχάνουν τους δημοσιονομικούς στόχους εντός του νομίσματος, θα αυξηθούν ακόμη περισσότερο. Η φυγή κεφαλαίων θα επιταχυνθεί αποδυναμώνοντας τις τράπεζες και τη δυνατότητα να αναστραφεί η κατάσταση.

Το τρίτο πρόβλημα που προκύπτει από την πεποίθηση ότι η ελληνική έξοδος θα ήταν, κατά κάποιον τρόπο, μια λυτρωτική εμπειρία, είναι ότι προϋποθέτει η Ελλάδα θα μπορούσε απλά να πιεστεί και να αφεθεί στη μοίρα της ως ένα τραγικό παράδειγμα των κινδύνων που απορρέουν από τις περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με τα προγράμματα που αποφασίσθηκαν. Αλλά αυτό δε θα συνέβαινε. Πέρα από την τεράστια καταστροφή που θα επέλθει από τη διαγραφή των δανείων, οι υπόλοιποι της ζώνης του ευρώ θα πρέπει να παρέχουν την Ελλάδα συνεχή στήριξη προκειμένου να ενισχύσουν τις τράπεζες και τα δημόσια οικονομικά. Η εναλλακτική λύση θα ήταν η κοινωνική και οικονομική κατάρρευση.

Με τη βοήθεια της ζώνης του ευρώ και του ΔΝΤ η Ελλάδα ίσως θα ανέκαμπτε καλά και σχετικά γρήγορα εκτός της ζώνης, καθιστώντας την επιλογή της αποχώρησης ελκυστική και σε άλλες χώρες που αντιμετωπίζουν ύφεση και συρρίκνωση της πολιτικής κυριαρχίας τους στα πλαίσια της νομισματικής ένωσης.

Ο καλύτερος τρόπος για να περιοριστεί η μετάδοση της μόλυνσης θα ήταν να διατηρηθεί η Ελλάδα στη ζώνη του ευρώ. Ωστόσο, τα πολιτικά εμπόδια για την συνέχιση της ελληνικής συμμετοχής είναι σχεδόν ανυπέρβλητα. Είναι αλήθεια ότι η κατάσταση της Ελλάδας οφείλεται κατά μεγάλο μέρος στις πολιτικές που επιβλήθηκαν από την Ευρωζώνη, το ΔΝΤ και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Αλλά η διαφθορά του ελληνικού πολιτικού συστήματος καθιστά κατανοητή τη δυσκολία για τις άλλες χώρες να κάνουν παραχωρήσεις στους Έλληνες ή να αισθάνονται εμπιστοσύνη προς αυτούς για τη χρήση του κοινού νομίσματος. Οι μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για να σωθεί το ευρώ προϋποθέτουν μεγάλο βαθμό αλληλεγγύης, κάτι που θα είναι δύσκολο με την Ελλάδα να συνεχίζει να παραμένει εντός της νομισματικής ένωσης.

Επομένως, το ερώτημα είναι πώς η ελληνική απομάκρυνση θα ήταν συμβατή με την επιβίωση του ενιαίου νομίσματος.

Ο αποκλεισμός της Ελλάδας σαφώς θα πρέπει να συνοδεύεται από τη θέσπιση πολύ μεγαλύτερη εισφοράς κεφαλαίων στο ταμείο διάσωσης, για να ισχυροποιηθει το λεγόμενο τείχος προστασίας γύρω από τα άλλα ευάλωτα κράτη μέλη.
  
Αλλά η αναχαίτηση της μόλυνσης που θα προκληθεί από την απομάκρυνση της Ελλάδας από το ευρώ, θα χρειαστεί πολύ περισσότερα. Αυτό θα απαιτήσει τρεις σημαντικές μεταρρυθμίσεις:

Πρώτον, μια συμφωνία για την αμοιβαιότητα - δηλαδή, για την ανάληψη από κοινού - ενός ποσοστού του δημόσιου χρέους κάθε κράτους-μέλους. Δεύτερον, προστασία των τραπεζών σε επίπεδο όλων των χωρών της Ευρωζώνης, βάσει της οποίας η ευθύνη για την υποστήριξη των τραπεζών θα μετακινηθεί από τις εθνικές κυβερνήσεις στη ζώνη του ευρώ ως σύνολο. Τρίτον, μια συμφωνία για τη διεύρυνση της εντολής της ΕΚΤ, που ανοίγει το δρόμο για να εκπληρώσει πλήρως το έργο που πρέπει να αναλάβει η Κεντρική Τράπεζα ως ο έσχατος δανειστής.

Η Ελληνική έξοδος θα αυξήσει, δεν θα μειώσει, τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει το ενιαίο νόμισμα. Η ανάγκη για βασικές θεσμικές μεταρρυθμίσεις κάθε άλλο παρά θα μειωθεί από την ελληνική αποχώρηση, αντίθετα θα αυξηθεί.

Εάν η νομισματική ένωση επιθυμεί να αποφύγει τη μετάδοση της μόλυνσης, θα πρέπει να συνοδεύσει την απώλεια του πιο αμφιλεγόμενου μέλους της με μέτρα στα οποία τα κύρια κράτη μέλη της έχουν επίμονα αντιτεθεί.

Η πιθανότητα να συμβεί αυτό σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από το τι συμβαίνει στη Γερμανία. Θα εκτιμήσουν οι γερμανικές αρχές ότι οι θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις είναι προς το οικονομικό και πολιτικό συμφέρον της Γερμανίας; Και, εάν ναι, θα είναι σε θέση να πείσουν μια σκεπτική χώρα ότι έτσι πρέπει να γίνει;

*Ο Simon Tilford είναι επικεφαλής οικονομολόγος στο Κέντρο για την Ευρωπαϊκή Μεταρρύθμιση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου